Ανακοινώσεις & Ειδήσεις ΙΕΝΕ
Γρηγορίου: 50 Χρόνια Ατέρμονων «Μπρος-Πίσω» στις Έρευνες Υδρογοναθράκων στην Ελλάδα
Ημ/νία δημοσίευσης: Παρασκευή, 20 Δεκεμβρίου 2024
Το ερώτημα αν αξίζει να επενδύσει κάποιος στον τομέα υδρογονανθράκων στην Ελλάδα επιχείρησε να απαντήσει ο Γιάννης Γρηγορίου, αντιπρόεδρος της Continental Europe Energy Council, κατά την παρουσίαση της Έκθεσης του ΙΕΝΕ για τον «Ελληνικό Ενεργειακό Τομέα 2024», την περασμένη Δευτέρα, 16 Δεκεμβρίου, στην Αθήνα.
Η πρώτη προσέγγιση στο θέμα, όπως το έθεσε ο πρώην διευθύνων σύμβουλος των ΕΛΠΕ upstream, είναι ότι, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις έχουμε ως χώρα πολύ σημαντικές πιθανότητες να βρούμε υδρογονάνθρακες στην αποκλειστική οικονομική ζώνη που μας ανήκει.
Όπως τόνισε, η κορυφαία περιοχή ενδιαφέροντος είναι αυτή που βρίσκεται πάνω από το ρήγμα της Ανατολίας και ξεκινά από τον Θερμαϊκό για να φθάσει περίπου στην Πόλη. Προκειμένου να καταδείξει τη σημασία της τεκτονικής αυτής ζώνης, ο κ. Γρηγορίου σημείωσε ότι στην Τουρκία παράγεται ήδη φυσικό αέριο, ενώ εντός των ορίων της συγκεκριμένης περιοχής υπάρχει το κοίτασμα πετρελαίου του Πρίνου και το κοίτασμα φυσικού αερίου της Επανωμής.
Κατά τον ίδιο, ο Θερμαϊκός, τον οποίο χαρακτήρισε «εγκαταλελειμμένο», είναι η καλύτερη περιοχή της χώρας για να βρει κανείς πολύ γρήγορα, φυσικό αέριο.
Η δεύτερη καλύτερη περιοχή για υδρογονάνθρακες είναι η Δυτική Ελλάδα που αποτελεί τη συνέχεια των κοιτασμάτων της Αλβανίας, η τρίτη περιοχή είναι το Ιόνιο που αποτελεί προέκταση της ανθρακικής πλατφόρμας της Απουλίας στην οποία βρίσκονται τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Ιταλίας και της Κροατίας και η τέταρτη είναι τα κοιτάσματα που ανακαλύφθηκαν στην λεκάνη της Λεβαντίνης και στην ΑΟΖ της Κύπρου. Πρόκειται, όπως είπε για το μεσογειακό τόξο που ξεκινά από την Κρήτη και φθάνει μέχρι το Καστελόριζο, μια τεράστια, ανεξερεύνητη, στην ουσία περιοχή, που περιέχει εκτός από φυσικό αέριο και υδρίτες (καθαρό μεθάνιο) οι οποίοι εντοπίζονται σε πολύ μικρά θαλάσσια βάθη.
Αυτός είναι και ο λόγος για την ανάμειξη της Τουρκίας στην περιοχή μας (τουρκολυβικό μνημόνιο), υποστήριξε.
Όλες οι μελέτες, ιδίως των τελευταίων 10 ετών δείχνουν ότι υπάρχουν σημαντικοί γεωλογικοί στόχοι στην περιοχή της Μεσογείου, όπου υπάρχει ένα μεγάλο κάλυμμα από αλάτι που υποκρύπτει υδρογονάνθρακες και τους οποίους δεν τους έχουμε ερευνήσει ποτέ.
Σημείωσε, ωστόσο, ότι δεν αρκεί να δημοσιεύονται γεωλογικές δομές, όπως αυτές που ανακοίνωσε η ΕΔΕΥ το 2019, αλλά απαιτείται σκληρή δουλειά και προγραμματισμός έως ότου μπορέσει να υποστηρίξει κανείς ότι υπάρχει, πράγματι, φυσικό αέριο σε αυτές.
Στις περίπου 40 γεωλογικές δομές που αποτύπωσε η ΕΔΕΥ σε χάρτη, υπολογίζεται ότι τα δυνητικά αποθέματα φυσικού αερίου που μπορεί να διαθέτει η Ελλάδα κυμαίνονται μεταξύ 70-90 tcf (τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια) ή 2.000-2.500 bcm (δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα).
«Τα νούμερα αυτά είναι μεγάλα αλλά είναι ρεαλιστικά», τόνισε.
Αν όλα τα παραπάνω επαληθευτούν, πραγματοποιηθούν όλες οι αναγκαίες έρευνες και ξεκινήσει η παραγωγή έως το 2030, η χώρα θα μπορεί να παράγει περίπου 100 tcf ετησίως που αυτή τη στιγμή είναι το ήμισυ των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ακριβώς χάρη σε αυτές τις προοπτικές, η Ελλάδα κατάφερε να προσελκύσει τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες στον κόσμο (ΕxxonMobil, Total και Repsol) – ακόμη και αν οι δύο εξ ‘ αυτών έχουν ήδη αποχωρήσει.
Ο κ. Γρηγορίου αναφέρθηκε, ακόμη, στα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που έχουν εντοπιστεί, μέσω τρισδιάστατων σεισμικών ερευνών, στον Πατραϊκό (σ.σ. 140 εκατ. βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου. Λόγω του εκτιμώμενου μεγέθους του πιθανού κοιτάσματος, ο Δυτικός Πατραϊκός χαρακτηρίστηκε ως νέος Πρίνος) και στο Κατάκολο και τα οποία, εάν υπάρξει απόφαση να τα εκμεταλλευτούμε, θα μπορούσαν να ενισχύσουν σημαντικά τις προοπτικές της χώρας.
Μίλησε, τέλος, για τα προβλήματα για τις έρευνες που ανέκυψαν ήδη από το β΄ εξάμηνο του 2019, όταν η κυβέρνηση προτεραιοποίησε τις πολιτικές για την πράσινη μετάβαση, που πάγωσε όλες τις διαδικασίες που είχαν ξεκινήσει και υποχρέωσε την κοινοπραξία στην οποία είχαν δοθεί παραχωρήσεις ερευνών, να αποχωρήσει (Ελληνικά Πετρέλαια & Energean) εξαιτίας του ότι δεν μπορούσε να βρει λιμάνι για να υποστηρίξει το έργο της γεώτρησης.
Η πολιτική στροφή της κυβέρνησης Μητσοτάκη οδήγησε στην έξοδο και τις Total και Repsol, προφασιζόμενες «στρατηγικούς λόγους», ενώ η ExxonMobil εξετάζει για το αν θα πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα των ανταγωνιστών της που αποχώρησαν.
Ανέφερε, δε, ότι το 2017, η Total θεωρούσε ότι το κοίτασμα στο Block 2 στο Ιόνιο, που διαμοιράζεται 50-50 μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, ήταν τόσο μεγάλο (σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, τα απολήψιμα αποθέματα ανέρχονται σε 1,2 δισεκατομμύρια βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου) σε σημείο να μην χρειάζονταν καν σεισμικές έρευνες, αλλά άμεση γεώτρηση (η Energean εξαγόρασε, το 2021, το 50% που κατείχε η Total στο Block 2).
Όπως υποστηρίζει ο κ. Γρηγορίου, είναι τα ήξεις-αφίξεις της κυβέρνησης η οποία έφθασε σε σημείο, όπως τόνισε, να δηλώσει δια στόματος Πρωθυπουργού, ότι αν βρεθεί πετρέλαιο στις παραχωρήσεις που έχουν δοθεί, δεν θα επιτρέψει στις εταιρείες να το αντλήσουν, που υποχρέωσε τις μεγάλες ξένες και εγχώριες εταιρείες να αποσυρθούν από την «κούρσα»!
Τέλος, χαρακτήρισε ως πολύ θετικό βήμα το γεγονός ότι η κυβέρνηση αποφάσισε να επανεργοποιήσει, ύστερα από 5 χρόνια, τις παραχωρήσεις στον Πατραϊκό, τα δύο θαλασσοτεμάχια νοτιοδυτικά της Κρήτης καθώς και εκείνη των Γρεβενών.
(του 20 Δεκεμβρίου 2024)