Ανακοινώσεις & Ειδήσεις ΙΕΝΕ
Τον κρίσιμο ρόλο της ενεργειακής ασφάλειας αναδεικνύει η τελευταία Ανάλυση του ΙΕΝΕ
Ημ/νία δημοσίευσης: Πέμπτη, 8 Σεπτεμβρίου 2022
Σήμερα, η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια τέλεια καταιγίδα: οι τιμές της ενέργειας έχουν αυξηθεί, η οικονομική ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί και ο χειμώνας είναι προ των πυλών. Το Κρεμλίνο χρησιμοποιεί την ενέργεια ως πολιτικό όπλο και έτσι η Ευρώπη οφείλει να προετοιμαστεί για μια πιθανή διακοπή του φυσικού αερίου από τη Ρωσία, κυρίως μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας, της διαφοροποίησης των πηγών και της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών. Υπό το φως των ανωτέρω, το ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας αναδεικνύεται ως κορυφαία προτεραιότητα.
Όσον αφορά την ενεργειακή ασφάλεια στην Ευρώπη, αναφερόμαστε κυρίως στην
παροχή φυσικού αερίου, καθώς το φυσικό αέριο αντιπροσωπεύει περίπου το 25% της
παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και χρησιμοποιείται επίσης για θέρμανση και
βιομηχανικές διεργασίες. Επιπλέον, η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής
φυσικού αερίου της Ευρώπης, η οποία μέχρι πέρυσι κάλυπτε περίπου το 40% των
προμηθειών της ηπείρου μέσω αγωγών. Οι επόμενοι μεγαλύτεροι προμηθευτές αερίου μέσω
αγωγών είναι η Νορβηγία (22%), η Αλγερία (18%) και το Αζερμπαϊτζάν (9%). Ως εκ
τούτου, η Ευρώπη προσπαθεί να διευρύνει τις συνεργασίες της για προμήθειες
αερίου μέσω νέων σχημάτων. Σε αυτή τη Μηνιαία Ανάλυση, η οποία είναι ελεύθερα
προσβάσιμη (εδώ) εξηγείται η προσπάθεια της Ευρώπης να
αντλήσει επιπλέον ποσότητες φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν και την
Ανατολική Μεσόγειο, αλλά εξετάζεται επίσης ο αντίκτυπος της παρούσας κρίσης στα
Δυτικά Βαλκάνια.
Αν και οι ροές ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη δεν σταμάτησαν
εντελώς μετά την απόφαση της Gazprom να αναστείλει τις ροές αερίου προς τη
Γερμανία μέσω του αγωγού Nord Stream 1, οι ποσότητες φυσικού αερίου που παραδόθηκαν
σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες μειώθηκαν κατά 70%, δηλαδή κάτω από τα 100
εκατομμύρια κυβικά μέτρα την ημέρα τον Ιούλιο του 2022, σε σύγκριση με τον ίδιο
μήνα πέρυσι, όταν ανήλθαν σε 300 εκατομμύρια κυβικά μέτρα την ημέρα. Το ρωσικό
φυσικό αέριο εξακολουθεί να παραδίδεται σε ευρωπαϊκούς προορισμούς μέσω του
ουκρανικού δικτύου αερίου (37 mcm), μέσω του δικτύου της Λευκορωσίας (33 mcm)
και μέσω του Turk Stream (9 mcm), ο οποίος διέρχεται μέσω Τουρκίας, και διοχετεύει
φυσικό αέριο στην Ελλάδα, τη Βόρεια Μακεδονία και τη Σερβία, με τη Βουλγαρία να
έχει σταματήσει τις παραλαβές ρωσικού αερίου από τον περασμένο Απρίλιο. Το παρακάτω
σχήμα απεικονίζει με σαφήνεια το
μεταβαλλόμενο σκηνικό στην Ευρώπη τους τελευταίους μήνες σχετικά με την
προέλευση φυσικού αερίου και το βαθμό στον οποίο οι εισαγωγές LNG έχουν αντικαταστήσει,
σε μεγάλο βαθμό, το ρωσικό φυσικό αέριο. Το σημερινό ευρωπαϊκό μείγμα φυσικού
αερίου μπορεί να είναι πιο διαφοροποιημένο, αλλά αυτό έχει βαρύ τίμημα.
Ως εκ τούτου, η διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού εξακολουθεί να
παραμένει αδιαμφισβήτητος πυλώνας της ενεργειακής πολιτικής και η βάση της
ενεργειακής ασφάλειας. Η αδιαφορία για το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας μπορεί
εύκολα να οδηγήσει σε εφησυχασμό και υπερβολική εξάρτηση από μια συγκεκριμένη
πηγή και όταν έρθει η ώρα να καθοριστούν νέες πολιτικές προτεραιότητες, η
αποσύνδεση από έναν συγκεκριμένο προμηθευτή γίνεται εφιάλτης. Στην περίπτωση
της Ευρώπης, και με το φυσικό αέριο να αποτελεί στρατηγικό καύσιμο, που
αντιστοιχεί σε περισσότερο από το 20% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας, η
ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής φυσικού αερίου αποτελεί άλλη μια προτεραιότητα.
Η Ευρώπη έχει κάθε λόγο να θέλει να εκμεταλλευτεί τα μη αμελητέα κοιτάσματα του
φυσικού αερίου της, τα οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις ανέρχονται σε 10.0 έως 12.0
τρισεκατομμύρια κυβικά μέτρα και βρίσκονται στη Βόρεια Θάλασσα, τη Μαύρη
Θάλασσα, την Αδριατική, το Ιόνιο και την Ανατολική Μεσόγειο. Σήμερα, η Ευρώπη
καλύπτει μόνο το 11% των αναγκών της σε φυσικό αέριο από την εγχώρια παραγωγή
με ακόμη μεγαλύτερη εξάρτηση από τις εισαγωγές φυσικού αερίου. Για να επιβιώσει
και να ευημερήσει η Ευρώπη με την ενσωμάτωση στο ενεργειακό της σύστημα φυσικού
αερίου που είναι πηγή χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, πρέπει να
αυξήσει την εγχώρια παραγωγή της.
Η σημερινή ενεργειακή κρίση, η οποία ξεκίνησε πριν από περισσότερο από
ένα χρόνο, καθώς ο ενεργειακός εφοδιασμός άρχισε να διαταράσσεται, και τώρα
έχει αποδιοργανωθεί πλήρως μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και το εμπάργκο της
Ευρώπης κατά της Ρωσίας, μετατρέπεται σε οικονομική κρίση με την ύφεση να
διαφαίνεται στον ορίζοντα. Ωστόσο, αυτή η κρίση είναι συγχρόνως μια ευκαιρία
για μια ριζική αλλαγή στην ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική και τον τρόπο σκέψης
της ΕΕ όπου η ενεργειακή ασφάλεια θα ανακτήσει για άλλη μια φορά τον βασικό της
ρόλο σε συνδυασμό με μια προσέγγιση, η οποία ευνοεί τη μεγιστοποίηση της
εγχώριας παραγωγής ενέργειας.