Άρθρα-Αναλύσεις

Ζητούμενο της Ανάκαμψης το Χαμηλό Κόστος Ενέργειας για Στήριξη της Βιομηχανίας

Ημ/νία δημοσίευσης: Παρασκευή, 24 Ιουλίου 2020

του Αδάμ Αδαμόπουλου

Ο παραγκωνισμός της ελληνικής βιομηχανίας εξαιτίας των αποφάσεων που έλαβε η ελληνική πολιτική ηγεσία κατά το παρελθόν έχει, σήμερα, στον απόηχο της μεγάλης υγιεινομιικής κρίσης του κορονοϊού, ακόμη μεγαλύτερη σημασία και επιπτώσεις στην οικονομία. Την κατάσταση επιδεινώνει η λειτουργία των νέων αγορών ένεκα των οποίων καταργούνται οι υφιστάμενες ρυθμίσεις που στρεβλώνουν την λειτουργία της αγοράς και αυξάνουν το κόστος της. Για την επιβίωση του κλάδου δεν αρκεί από μόνη της η λειτουργία του target model ώστε να μειωθούν οι τιμές της ελληνικής αγοράς στα επίπεδα των υπολοίπων της Ευρώπης.

εκτός του ότι  στελέχη της αγοράς, όπως ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων, ανησυχούν μήπως με τη λειτουργία του νέου μοντέλου για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας  υποστούν ασφυξία οι ιδιώτες παραγωγοί, παρά την απομακρύνση του λιγνίτη λόγω του υψηλού κόστους του διοξειδίου του άνθρακα.

Η επισήμανσή του ιδίου, ότι τα μέτρα που προτείνουν οι ιδιώτες παραγωγοί είναι νομοτελειακό πως θα επιφέρουν υψηλές τιμές στην χονδρεμπορική αγορά και θα αφανίσουν κάθε ίχνος ανταγωνισμού στην αγορά, εξακολουθεί να ισχύει. «Η βιομηχανία μπορεί και πρέπει να είναι ο πρωταγωνιστής της ελληνικής ανάκαμψης, αρκεί να της εξασφαλιστεί το αναγκαίο καύσιμο: το ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας», είχε δηλώσει προ μηνός.

Όπως φανερώνουν τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το πρώτο τρίμηνο του έτους που διανύουμε, η εγχώρια χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι μακράν η πιο ακριβή της Ευρώπης,όντας υψηλότερη κατά 47% έναντι του μέσου όρου των «27»! Υπ’ αυτή την έννοια, αποτελεί πάγιο αίτημα του βιομηχανικού κλάδου, η εξίσωση του ΕΦΚ για τις μεγάλες βιομηχανίες μέσης τάσης, με ετήσια κατανάλωση υψηλότερη των 13 γιγαβατωρών, με την αντίστοιχη χρέωση των βιομηχανιών υψηλής τάσης.

Η μεσοσταθμικές τιμές χονδρικής των 34 ευρώ ανά μεγαβατώρα, είναι τριπλάσιες της Σουηδίας και υπερτριπλάσιες της Νορβηγίας. Χαρακτηριστικά, η δεύτερη υψηλότερη τιμή ήταν της Μάλτας, με 45 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ έπονται η Βουλγαρία με 42 ευρώ και η Ρουμανία με την Πολωνία με 41 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Παρά δε το γεγονός ότι η μείωση του λιγνίτη στο μείγμα της ηλεκτροπαραγωγής, ήδη από το τελευταίο τρίμηνο του περασμένου έτους, «ψαλίδισε» τη διαφορά των τιμών με την Ευρώπη, εν τούτοις, η ελληνική αγορά εξακολουθεί να κρατά τα σκήπτρα της ακρίβειας με τα 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με τις τιμές της να είναι υψηλότερες κατά 36% από το μέσο ευρωπαϊκό όρο των 44 ευρώ ανά μεγαβατώρα. 

Οι ελληνικές ενεργοβόρες βιομηχανίες τροφοδοτούνται στο σύνολό τους από την ΔΕΗ, που τιμολογεί βάση της ΟΤΣ, όταν οι ευρωπαίοι ανταγωνιστές τους συνάπτουν διμερή συμβόλαια με παραγωγούς, διασφαλίζοντας χαμηλές τιμές, εκτός του ότι τους προσφέρονται κρατικές εκπτώσεις και επιδοτήσεις.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι «η κύρια αιτία για τις υψηλές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στην ελληνική αγορά εντοπίζεται στα δομικά χαρακτηριστικά της αγοράς, η οποία έχει χαρακτηριστικά εδραιωμένου ολιγοπωλίου» και συνεχίζει: «Αγορά με χαρακτηριστικά εδραιωμένου ολιγοπωλίου σημαίνει μια αγορά, όπου συγκεκριμένοι παίκτες έχοντας συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι άλλου/άλλων παικτών, όπως π.χ φθηνότερο φυσικό αέριο σήμερα, υψηλότερο βαθμό απόδοσης των μονάδων τους αύριο, όταν η είσοδος τους στην αγορά είναι διασφαλισμένη, έχουν τη δυνατότητα με τη συμπεριφορά τους στην αγορά να  διαμορφώνουν αδικαιολόγητα  υψηλότερες τιμές.

Δεν είναι επομένως, τυχαίο ότι η βιομηχανία ζητά και τη μείωση των χρεώσεων ΥΚΩ καθώς και τη μείωση της χρέωσης χρήσης συστήματος, σε επίπεδα ανάλογα με εκείνα που ισχύουν σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παράλληλα με το  αίτημα που έχει καταθέσει στο ΥΠΕΝ για έκδοση υπουργικής απόφασης που θα προβλέπει ότι μέχρι ποσοστό 20% από τα έσοδα που θα προέρχονται από πλειστηριασμούς δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, θα διατίθεται για τη χρηματοδότηση του μηχανισμού αντιστάθμισης χρεώσεων CO2.

Η κυβέρνηση προσανατολίζεται να λάβει ορισμένα μέτρα προς την κατεύθυνση της μείωσης του ενεργειακού κόστους για τη βιομηχανία, όπως είναι η αποκλιμάκωση των χρεώσεων ΥΚΩ και των χρεώσεων χρήσης συστήματος, εκ παραλλήλου με τη μείωση του ΕΦΚ για τη βιομηχανία μέσης τάσης, όπως εξήγγειλε πρόσφατα ο πρωθυπουργός, ικανοποιώντας ένα από τα πάγια αιτήματα του κλάδου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εγκαινιάζοντας την νέα επένδυση της ΕΛΒΑΛ στα Οινόφυτα έθεσε ως στρατηγικό στόχο της κυβέρνησης την αναγέννηση της ελληνικής βιομηχανίας. Ήδη το ΥΠΕΝ συνεργάζεται με τον ΣΕΒ, καθώς επίσης τους εκπροσώπους της βιομηχανίας και της ενέργειας, προκειμένου να εξειδικεύσουν τα μέτρα που αναμένεται να εξισορροπήσουν σε ένα βαθμό τις μεγάλες αποκλίσεις στο κόστος ενέργειας που πληγώνουν τον εγχώριο βιομηχανικό κλάδο.

Οι όποιες αποφάσεις και μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση δεν πρέπει να καθυστερήσουν, αναφέρουν στελέχη της αγοράς, καθώς σήμερα, στον απόηχο της πανδημίας του νέου κορονοϊού, η εδραιωμένη πεποίθηση ότι την εγχώρια οικονομία θα πρέπει να σέρνει αποκλειστικά η ατμομηχανή του τουρισμού και της παροχής υπηρεσίων μοιάζει παρωχημένη και στέρησε από την χώρα πραγματικές ευκαιρίες ανάπτυξης.

Υπό το πρίσμα αυτό, θα πρέπει να υπάρξει ένα νέο σχέδιο για την  παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και για μια μακροπρόθεσμη βιομηχανική πολιτική, ιδίως, όπως τονίζουν, για τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, καθώς η διαιώνιση του χρόνιου προβλήματος που δημιουργούν οι υψηλές τιμές του ρεύματος, σε σχέση με τον ανταγωνισμό, θα αφανίσει ό,τι έχει απομείνει από τον κλάδο.

«Το ενεργειακό κόστος είναι μια παράμετρος που δεν μπορεί και δεν πρέπει να αγνοείται κατά το σχεδιασμό της ενεργειακής πολιτικής. Στη νέα αγορά δεν μπορεί να συντηρούνται στρεβλώσεις που ευθύνονται για την αναποτελεσματικότητα του σημερινού συστήματος, ενώ η αβεβαιότητα γύρω από το ενεργειακό κόστος αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για νέες βιομηχανικές επενδύσεις και ακυρώνει νέα επενδυτικά πλάνα.  Οφείλουν όλοι να συνειδητοποιήσουν ότι χωρίς ανταγωνιστική τιμή ενέργειας η χώρα θα παραμείνει βιομηχανικός ουραγός της Ευρώπης και δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει τη νέα κρίση. Η βιομηχανία μπορεί και πρέπει να είναι ο πρωταγωνιστής της ελληνικής ανάκαμψης, αρκεί να της εξασφαλιστεί το αναγκαίο καύσιμο: το ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας», έχει δηλώσει πρόσφατα, ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ.

( από energia.gr, 24 Ιουλίου 2020)

Advisory Services

Green Bonds


Εκδόσεις ΙΕΝΕ

energia.gr

Συνεργαζόμενοι Οργανισμοί

IEA

Energy Institute

Energy Community

Eurelectric

Eurogas

Energy Management Institute

BBSPA

AERS

ROEC

BPIE

Αρχική Σελίδα | Όροι Χρήσης | Site Map | Επικοινωνία
Copyright © 2004-2024 IENE. All rights reserved.

Website by Theratron